
Ο ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΟΣ «Άγιος Παΐσιος
Ο ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΟΣ «Άγιος Παΐσιος» (Mega) που υποδύεται ο Προκόπης Αγαθοκλέους σε σκηνοθεσία Στάμου Τσάμη είναι η δεύτερη μέσα σε έξι μόλις μήνες μεγάλη παραγωγή θρησκευτικού περιεχομένου που απευθύνεται στο ευρύ κοινό – είχε προηγηθεί ο κινηματογραφικός «Άνθρωπος του Θεού» (aka Άγιος Νεκτάριος) της Γέλενας Πόποβιτς με πρωταγωνιστή τον «νεοχριστιανό» Άρη Σερβετάλη και, παρότι διαφορετικά πρότζεκτ, μοιράζονται πολλά κοινά.
Και οι δύο παραγωγές είναι ακριβές, φιλόδοξες, με σπουδαία ονόματα στο καστ τους, αμφότερες αφορούν πρόσωπα που αγιοποιήθηκαν στους νεότερους χρόνους (ο Νεκτάριος το 1961, ο Παΐσιος το 2015), και οι δύο έχουν Αγιορείτες σπόνσορες (και μάλιστα από μοναστήρι που είχε προ ετών εμπλακεί σε διαβόητο οικονομικό σκάνδαλο), και οι δύο έχουν αναφορές σε «χαμένες πατρίδες», αμφότερες δε «σάρωσαν».
Τα 250.000 εισιτήρια άγγιξε ο Νεκτάριος τις τρεις πρώτες βδομάδες προβολής του, 33% τηλεθέαση έφτασε η πρεμιέρα του Παΐσιου στη μικρή οθόνη, τα δε σχετικά hashtags έγιναν «πρώτη μούρη» στο Twitter και τα άλλα κοινωνικά δίκτυα.
Και μπορεί αμφότεροι οι «βίοι αγίων» να ενέπνευσαν πολλά σατιρικά σχόλια και memes, οι διθύραμβοι όμως που ακούγονται και γράφονται, είτε διακριτικά ενθουσιώδεις είτε εξυμνώντας τις «ελληνορθόδοξες παραγωγές που προωθούν τις αξίες της οικογένειας, των προγόνων και της πίστης στον θεό κόντρα στο ηθικό ψυχορράγημα που προωθούν οι ψευτοπροοδευτικοί αντίχριστοι μηδενιστές» –μια μόνο ενδεικτική αναφορά– είναι, καταπώς φαίνεται, πολύ περισσότεροι.
Το πρόβλημα δεν είναι το θρησκευτικό περιεχόμενο, η θρησκεία και η παράδοση μπορούν να προσφέρουν πλούσιο δραματουργικό υλικό. Το πρόβλημα ξεκινά όταν αντί να το επεξεργαστεί κανείς κριτικά και βιωματικά, τοποθετώντας το σε ένα σύγχρονο πλαίσιο, το χρησιμοποιεί για να εκμαιεύσει εύκολες συγκινήσεις και να εναγκαλιστεί το πιο συντηρητικό, το πιο σκοταδιστικό, το πιο αλαφροΐσκιωτο κομμάτι της κοινωνίας.
Είναι βέβαια γνωστό ότι σε χαοτικούς, ταραγμένους και ανασφαλείς καιρούς πολλοί άνθρωποι αναζητούν στηρίγματα στη θρησκεία, τη μεταφυσική γενικότερα και σε ένα εξιδανικευμένο παρελθόν, η αναβίωση του οποίου προβάλλει ως αντίβαρο στα πάθη και τις προκλήσεις της νεωτερικότητας.
Εξίσου γνωστό όμως είναι τι άτομα και τι κοινωνίες διαμορφώνουν παρωχημένες, μισαλλόδοξες, «μπετόν αρμέ» αντιλήψεις. Το πρόβλημα δεν είναι το θρησκευτικό περιεχόμενο, η θρησκεία και η παράδοση μπορούν να προσφέρουν πλούσιο δραματουργικό υλικό. Το πρόβλημα ξεκινά όταν αντί να το επεξεργαστεί κανείς κριτικά και βιωματικά, τοποθετώντας το σε ένα σύγχρονο πλαίσιο, πράγμα που έκαναν δημιουργοί όπως ο Ροσελίνι, ο Παζολίνι, ο Μελ Γκίμπσον ακόμα, ή έστω να εμβαθύνουν στο υπερβατικό, όπως ο θρήσκος Τζεφιρέλι, το χρησιμοποιεί για να εκμαιεύσει εύκολες συγκινήσεις και να εναγκαλιστεί το πιο συντηρητικό, το πιο σκοταδιστικό, το πιο αλαφροΐσκιωτο κομμάτι της κοινωνίας.
Ναι, είναι ανόμοια τα μεγέθη, παρόμοιες όμως οι προθέσεις. Στο κλίμα αυτό, μοιάζει φυσιολογικό σε ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού το ότι η εικόνα της Παναγίας που «δακρύζει» σε εκκλησία του Βύρωνα –μια ακόμα στη μακρά σειρά των «ευσυγκίνητων» αγιογραφιών– παρουσιάζεται ακόμα και από μέινστριμ μέσα ως σοβαρή είδηση, ότι μέχρι και ειδικοί αναζητήθηκαν για να εξηγήσουν το υποτιθέμενο θαύμα.
Φυσιολογική περνιέται η συστηματική προσπάθεια των τελευταίων ετών να παρεισφρήσουν στον δημόσιο λόγο και την εκπαίδευση αντιεπιστημονικά ιδεολογήματα παραθρησκευτικών κύκλων περί δικαιωμάτων αγέννητου παιδιού, φυσιολογικό φαντάζει και το ότι μια σοβαρή μερίδα ιερωμένων και ιδίως μοναχών, όπως ήταν και οι εν λόγω άγιοι, εξακολουθούν να θεωρούν ότι τα εμβόλια είναι «του διαβόλου», η δε πανδημία μια θεόσταλτη δοκιμασία για τους πιστούς, εγκληματώντας έτσι κατά εαυτών και αλλήλων.
Μήπως ο real Παΐσιος δεν θεωρούσε τον καρκίνο που τον έπληξε «εκπλήρωση αιτήματός του προς τον Θεό» και «ωφέλιμο για την πνευματική του υγεία», απέφευγε δε τις θεραπείες και αρνούνταν στα τελευταία κάθε φαρμακευτική αγωγή, προτιμώντας έναν επώδυνο θάνατο;
Τι κι αν η επίσημη Εκκλησία τα καταδικάζει όλα αυτά, οι μοναχοί συνηθίζουν να αυτοδιαφημίζονται ως οι μόνοι πραγματικοί θεματοφύλακες της πίστης (κάτι εμφανές και στον «Άγιο Νεκτάριο», όπου δεν γίνεται καν προσπάθεια να αποδοθεί ένας κάποιος εσωτερικός αγώνας), τα δε μεγάλα μοναστήρια και επιρροή έχουν και πλούτο και «άκρες».